Οι γονείς μου, Ηλίας και Άννα, έμαθαν ότι η μητέρα μου είναι έγκυος και ότι έχει δίδυμα.
Γεννήθηκα εγώ και η αδερφή μου, Μαρία, στις 24 Μαΐου 1968, στις Σέρρες. Γεννηθήκαμε φυσιολογικά. Σε τρεις μέρες οι γιατροί είπαν ότι έχουμε ίκτερο. Μας πήγαν Θεσσαλονίκη, στο νοσοκομείο Αχέπα, όπου είπαν ότι έπρεπε να μας αλλάξουν αίμα. Ήταν δύσκολο να βρεθεί αίμα για δύο μωρά. Καθυστέρησαν πάρα πολύ, ανεβάσαμε πυρετό. Όταν βρέθηκε, μας έκαναν μετάγγιση αλλά ήταν πια πάρα πολύ αργά.
Οι γιατροί είπαν ότι το ένα μωρό θα ζήσει αλλά θα έχει πρόβλημα ενώ το άλλο κάποια στιγμή θα πεθάνει. Ο πατέρας μου τα ήξερε όλα από την αρχή. Η μαμά μου τα έμαθε μετά. Όταν γίναμε 2 και κάτι χρονών, η Μαρία πέθανε. Οι γονείς μου, αφού έχασαν το ένα τους παιδί, έριξαν όλη τους την αγάπη τους σε μένα. Έκαναν μεγάλο αγώνα, έτρεξαν παντού. Σε γιατρούς, σε εκκλησίες, σε ιδρύματα, μήπως μπορέσουν να με βοηθήσουν.
Εγώ μεγάλωσα αλλά το πρόβλημα μου δεν είχε λύση. Οι γονείς μου έκαναν τα πάντα αλλά ήταν αδύνατον να γίνει κάτι. Είχα γίνει ήδη 7 χρονών αλλά δεν μπορούσα ακόμη να μιλήσω και να περπατήσω. Άρχισα να καταλαβαίνω κι εγώ ότι έχω κάτι πολύ σοβαρό.
Οι γονείς μου όμως δεν σταμάτησαν ποτέ να προσπαθούν για μένα, παρ’ ότι είχαν αποκτήσει και άλλα δύο παιδιά, τον αδερφό μου, Κώστα και την αδερφή μου, Ρούλα. Έμαθαν ότι υπάρχει έξω από την Ελλάδα ένα νοσοκομείο για παιδιά που είχαν το ίδιο πρόβλημα με εμένα. Θέλησαν να πάμε εκεί. Όμως χρειαζόμασταν πάρα πολλά χρήματα. Κατάφεραν να τα βρουν. Ετοιμάστηκαν τα χαρτιά και περίμεναν να τους καλέσουν για να φύγουμε. Μετά από καιρό φύγαμε για το μέρος αυτό. Εκεί καθίσαμε 1 μήνα. Ξεκίνησαν την θεραπεία μου αλλά τις πρώτες μέρες ήταν πάρα πολύ άσχημα γιατί εγώ γινόμουν χειρότερα. Η μητέρα μου που ήταν κοντά μου στεναχωριόταν, άρχισε να φοβάται ακόμη και για τη ζωή μου.
Ο πατέρας μου το ήξερε ότι θα ήταν έτσι τον πρώτο καιρό και όταν ήρθε μετά από λίγες μέρες το είπε και στη μητέρα μου. Ο καιρός περνούσε και εγώ ήμουν ακόμη σε αυτήν την κατάσταση. Οι γιατροί είπαν στους γονείς μου ότι κάποια στιγμή, αφού κάνω τη σωστή θεραπεία που μου έδωσαν όταν έφυγα από εκεί, θα περπατήσω. Έπρεπε όμως ανά τρεις μήνες να πηγαίνω εκεί για να βλέπουν την εξέλιξη της κατάστασης μου.
Πραγματικά όταν πέρασε ένας χρόνος εγώ άρχισα σιγά να περπατάω. Σαν παιδάκι όμως κάποια στιγμή έπεσα και μετά φοβόμουν να σηκωθώ και πάλι να περπατήσω. Οι γονείς μου συνέχιζαν να με πηγαίνουν σε αυτό το νοσοκομείο και τελικά όταν ήμουν περίπου 10 χρονών άρχισα να περπατάω κανονικά.
Από το νοσοκομείο αυτό μάθαμε ότι υπάρχει ένας γιατρός στην Αθήνα και αποφάσισαν να πάμε να με δει. Όταν με είδε είπε ότι πρέπει να πάω σε κάποιο ειδικό σχολείο για να αρχίσω να μιλάω και να καταλαβαίνω. Αλλά στο μέρος που μένουμε δεν υπάρχει τέτοιο σχολείο. Έπρεπε να φύγουμε όλοι από εκεί και να μετακομίσουμε στην Αθήνα, πράγμα που ήταν πολύ δύσκολο για όλους. Έτσι αποφάσισαν να με στείλουν στο σχολείο του χωριού μας. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα γιατί δεν είχα βοήθεια από κανέναν, ούτε από τους δασκάλους. Ό,τι έμαθα, το έμαθα μόνη μου. Κατάφερα να τελειώσω το δημοτικό στα 16 μου χρόνια. Θέλησα να πάω Γυμνάσιο, και έτσι έγινε. Εκεί οι καθηγητές, βλέποντας την θέληση μου να μάθω, ήταν πάντα κοντά μου, με βοήθησαν και με στήριξαν πάρα πολύ σε ό,τι χρειαζόμουν.
Όλο αυτό τον καιρό όμως ψάχναμε να βρούμε ένα σχολείο ή ένα μέρος, αν θέλετε, όπου θα μπορώ να αισθάνομαι και εγώ άνετα, αλλά και οι δάσκαλοι και οι συμμαθητές μου. Δυστυχώς αυτό ήταν αδύνατο και αναγκάστηκα να σταματήσω το σχολείο.
Μετά από καιρό για καλή μου τύχη βρέθηκε κάποιος που ήθελε να με παντρευτεί. Οι δικοί μου στην αρχή είχαν κάποιες αντιρρήσεις αλλά στο τέλος το δέχτηκαν. Παντρεύτηκα. Πολύ γρήγορα έμεινα έγκυος αλλά η σχέση μου με τον άντρα μου ήταν πολύ άσχημη. Αποφάσισα να κρατήσω αυτό το παιδί αλλά να αφήσω τον άντρα μου. Και έτσι γύρισα πάλι στους δικούς μου που ήταν πάντα δίπλα μου, με στήριζαν και με βοηθούσαν.
Ήξερα πολύ καλά ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να μεγαλώσω αυτό το παιδί που για μένα ήταν σαν θείο δώρο. Αλλά ήθελα να το κάνω. Έδωσα όλη μου την αγάπη και όλη μου την φροντίδα σε αυτό το παιδί που σήμερα είναι για μένα όλη μου η ζωή. Με τη βοήθεια των δικών μου κατάφερα να τον μεγαλώσω. Προσπάθησα να του δώσω να καταλάβει ότι πρέπει να μάθει να αγωνίζεται στη ζωή του για ό,τι θέλει να αποκτήσει. Να έχει την μάνα του σαν παράδειγμα που εκτός από τις δυσκολίες που είχα και δεν μπορώ να είμαι όπως είναι ένας άνθρωπος χωρίς προβλήματα υγείας, κατάφερα να κάνω τόσα πολλά.
Σήμερα είναι ένα παιδί 18 χρονών. Είναι φαντάρος και είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτόν. Έτσι πέρασαν κάποια χρόνια από τη ζωή μου. Όμως ακόμα και σήμερα συνεχίζω τον αγώνα μου. Εδώ και 4 χρόνια πηγαίνω σε ένα σύλλογο για άτομα που έχουν προβλήματα όπως και εγώ. Εκεί είναι πολύ όμορφα. Μαθαίνουμε πολλά πράγματα, μας βάζουν να κάνουμε μόνοι μας κατασκευές, πηγαίνουμε εκδρομές αλλά κυρίως στηρίζουμε ο ένας τον άλλον. Έχουμε ένα πολύ όμορφο περιβάλλον και νιώθουμε ότι έστω και έτσι μπορούμε και εμείς να προσφέρουμε σε μια κοινωνία που όλοι νομίζουν ότι εμείς είμαστε παιδιά ενός κατώτερου θεού.
Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους ανθρώπους αυτού του συλλόγου που είναι πάντα δίπλα μας γιατί έχουμε πραγματικά ανάγκη κάποιους να μας στηρίζουν και να μας αποδέχονται. Και πολύ περισσότερο θέλω να ευχαριστήσω την Πρόεδρο αυτού του συλλόγου που μας δέχτηκε με τόση αγάπη και τόση στοργή.
Εύη Σ.
Λήπτης υπηρεσιών ψυχικής υγείας
Μέλος του Σ.Ο.Φ.Ψ.Υ. Ν. Σερρών